- προδιαλέγομαι
- προ-δια-λέγομαι, vorher mit einem sprechen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
προδιαλεγομένων — προδιαλέγομαι pres part mp fem gen pl προδιαλέγομαι pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεξόμενον — προδιαλέγομαι fut part mid masc acc sg προδιαλέγομαι fut part mid neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεχθέντα — προδιαλέγομαι aor part pass neut nom/voc/acc pl προδιαλέγομαι aor part pass masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεγομένους — προδιαλέγομαι pres part mp masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεχθείς — προδιαλέγομαι aor part pass masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεχθῆναι — προδιαλέγομαι aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεχθέντες — προδιαλέγομαι aor part pass masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλεχθέντος — προδιαλέγομαι aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλέγεσθαι — προδιαλέγομαι pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιαλέγεται — προδιαλέγομαι pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προδιελέχθη — προδιαλέγομαι aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)